υγιεινή

υγιεινή
(Ιατρ.). Κλάδος της ιατρικής, που μελετά αφενός τα αίτια των νόσων και τις μεθόδους καταπολέμησής τους, και αφετέρου τα μέσα που πρέπει να ληφθούν για να ενισχυθεί η άμυνα του οργανισμού κατά των νοσογόνων παραγόντων. Οι επιστημονικές βάσεις της υ. είναι μάλλον πρόσφατες· στην πραγματικότητα τέθηκαν τον περασμένο αιώνα με τις μεγάλες μικροβιολογικές και ανοσοβιολογικές ανακαλύψεις, με τις προόδους της βιοχημείας και την εφαρμογή πειραματικών και στατιστικών μεθόδων στη μελέτη των προβλημάτων μετάδοσης και διάδοσης των νόσων. Παρατηρήσεις για την αξία υγιούς σωματικής ανάπτυξης, για τη μετάδοση των νόσων και τα αίτια που προκαλούν νόσηση, είναι παλαιές όσο και οι πρώτοι πολιτισμοί, στην πολιτιστική κληρονομιά των οποίων βρίσκονται κανονισμοί και μέσα που αποσκοπούν στην προστασία της υγείας· αν και οι παρατηρήσεις αυτές αποτελούσαν συχνά αντικείμενο μαγικοθρησκευτικών ερμηνειών, στις πρακτικές εμπειρίες, που ήταν αποτέλεσμά τους, δεν μπορεί παρά να τους αναγνωρίζεται κάποια αξία ακόμα και σήμερα. Και εκτός από την φροντίδα, με την οποία όλοι σχεδόν οι αρχαίοι λαοί περιέβαλλαν την προσωπική καθαριότητα, μπορούμε να περιοριστούμε στην αναφορά λίγων ακόμα παραδειγμάτων, που αποδεικνύουν τη διάδοση κανόνων υ. κατά την αρχαιότητα: η αποτέφρωση των πτωμάτων ή η ταφή τους μακριά από τους κατοικημένους τόπους, η υποχρεωτική απομόνωση των λεπρών, το πλύσιμο πριν και μετά τα γεύματα, οι διατάξεις που προάσπιζαν τους γάμους ορισμένων φυλών, καθώς και οι θρησκευτικές απαγορεύσεις για ορισμένες τροφές, που ήταν πολύ συχνές στις κοινωνίες της αρχαιότητας, έχουν ερμηνευτεί ως κανόνες υ.· αξίζει να αναφερθεί το παράδειγμα των Αιγυπτίων, στους οποίους απαγορευόταν να τρώνε κουκιά, πιθανώς εξαιτίας της διάδοσης της, γνωστής από τότε, κυάμωσης, στους λαούς της Μεσογείου. Ο Ιπποκράτης έθεσε τις βάσεις της υ. του φυσικού περιβάλλοντος με το έργο Περί αέρων, υδάτων και τόπων. Αργότερα, και στους πιο οργανωμένους λαούς, τα μέτρα δημόσιας υ. έλαβαν συγκεκριμένη μορφή με την κατασκευή τεράστιων έργων· αρκεί ν’ αναφερθεί σχετικά η κατασκευή υπονόμων, υδραγωγείων, λουτρών και η αποξήρανση των ελών για τα οποία το ρωμαϊκό κράτος διέθεσε τεράστια μέσα, με αποτελέσματα που ακόμα και σήμερα φαίνονται θαυμαστά. Στους αιώνες που ακολούθησαν, οι μεγάλες επιδημίες του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης ήταν η αιτία τελειοποίησης των κριτηρίων απομόνωσης και της δημιουργίας των πρώτων χώρων συγκέντρωσης των αρρώστων, νοσοκομείων και λοιμοκαθαρτήριων (λαζαρέτα)· αλλά σε αποτελεσματικότερα μέτρα υ. εξανάγκασαν οι επαφές με τις χώρες της Ανατολής, οι οποίες πολλαπλασιάστηκαν εξαιτίας της ανάπτυξης της εμπορικής ναυτιλίας· σχετικά μπορούν να αναφερθούν οι υγειονομικές διατάξεις των λιμένων που βρίσκονται μεταξύ των νόμων των ιταλικών ναυτικών δημοκρατιών, ιδίως της Βενετίας· μεταξύ των άλλων είχε καθοριστεί και η καραντίνα. Στο 16o και 17o αι. οι συνθήκες υ. των λαών της Ευρώπης γνώρισαν, αντίθετα, μια σημαντική οπισθοδρόμηση, ιδίως εξαιτίας του συνωστισμού στα μεγάλα αστικά κέντρα· στην παρακμή αυτή αντιστοιχούν πολυάριθμες και βαριές επιδημίες πανώλους, ευλογιάς, εξανθηματικού τύφου και κίτρινου πυρετού. Μοναδική πρόοδος στο πεδίο της υ. κατά τους αιώνες αυτούς ήταν η κλινική ταξινόμηση πολλών λοιμωδών νοσημάτων, που μέχρι τότε συγχέονταν μεταξύ τους. Χρειάστηκε να φτάσουμε στα μέσα του 18ου αι. για να θεσπιστούν οι πρώτες διατάξεις υ. σε μερικές αγγλικές πόλεις· και ακριβώς στην Αγγλία, πριν να φτάσει η υ. στην επιστημονική ανάπτυξη του 19ου αι., εφαρμόστηκε το πρώτο μεγάλο προφυλακτικό μέτρο, ο εμβολιασμός κατά της ευλογιάς. Η υ. περιλαμβάνει πολυάριθμους τομείς. Η μελέτη αυτών και των εξωγενών παραγόντων των μεταδοτικών και κοινωνικών νόσων καθώς και των τρόπων μετάδοσής τους απασχολούν τον κλάδο της επιδημιολογίας· η αναζήτηση μέσων ικανών να προλάβουν τις νόσους αποτελεί το μεγάλο κεφάλαιο της προφύλαξης. Και οι δυο αυτές υποδιαιρέσεις, εκτός του ότι έχουν δικά τους αντικείμενα και μεθόδους, βρίσκονται σε σχέση με άλλες ιατρικές ειδικότητες: έτσι η επιδημιολογία συνδέεται με τη μικροβιολογία (μικρόβια) και η προφύλαξη με την ανοσοβιολογία (ανοσία). Εκτός αυτών, η υ. εφαρμόζεται σε διάφορα επίπεδα· διακρίνεται δηλαδή η ατομική υ. που αφορά την υγεία ή ασθένεια του ατόμου· η αστική υ., που ασχολείται π.χ. με τα προβλήματα ύδρευσης και αποχέτευσης κατοικιών, αποκομιδής των απορριμμάτων, νεκροταφείων· η υ. των τροφίμων, που αφορά την προετοιμασία, τη διατήρηση και τη διανομή των τροφίμων· η επαγγελματική υ., που στην ιατρική της εργασίας ασχολείται με την προφύλαξη από τις επαγγελματικές νόσους· η ίδια η ευγονική, η επιστήμη δηλαδή που τείνει να βελτιώσει το ανθρώπινο είδος και μελετά, μεταξύ άλλων, τις μεθόδους αποφυγής εμφάνισης των κληρονομούμενων ελαττωμάτων, μπορεί να θεωρηθεί κεφάλαιο της υ. Από τις μελέτες και τις έρευνες των διάφορων κλάδων της επιστήμης αυτής, τέλος, απορρέουν νόμοι υ. και κανόνες που ρυθμίζουν τα εθνικά ιδρύματα πρόληψης νόσων ευρείας διάδοσης. Iδιαίτερα επίκαιρη είναι η υ. του φυσικού περιβάλλοντος. Η μόλυνση της ατμόσφαιρας (από τα καυσαέρια), των υδάτων (από τα απορρυπαντικά και τα πετρελαιοειδή), του εδάφους (από τα εντομοκτόνα) αποτελούν θέματα ειδικών μελετών. Σε πιο εκτεταμένο πεδίο εκτελεί το έργο της η διεθνής υ., που σκοπό έχει την εναρμόνιση και την ενοποίηση των μέσων άμυνας κατά των νοσημάτων μεγάλης διάδοσης και εύκολης μετάδοσης: οργανωμένος με τη συνεργασία επιστημόνων ολόκληρου του κόσμου, αυτός ο κλάδος της υ. αποτελεί την εμφανέστερη έκφραση της χρησιμότητας και της αποτελεσματικότητας της διεθνούς υγειονομικής συμφωνίας που έχει εγκριθεί από την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας. ψυχική υ. Κλάδος της υ. που αποσκοπεί στο να συμβάλει στην προσαρμογή ατόμων και ομάδων στο κοινωνικό περιβάλλον, προκειμένου να προληφθούν ενδεχόμενες διαταραχές. Κάθε ανθρώπινη συμπεριφορά είναι πάντα ένα βιοψυχοκοινωνικό γεγονός και, κατά συνέπεια, η ψυχική υγεία ή νόσος, θεωρούμενες σε ευρεία έννοια, εξαρτώνται κατά μεγάλο μέρος από τις εμπειρίες που το άτομο αποκτά από τις σχέσεις με τον εαυτό του, με τους γονείς του, με τ’ αδέλφια του, με τους όμοιούς του. Οποιαδήποτε κι αν είναι η σημασία της κληρονομικότητας, της ιδιοσυγκρασίας, των λειτουργικών διαταραχών, των νόσων κ.ά., η ατομική εμπειρία είναι αυτή που καθορίζει, κατά μεγάλο μέρος, στην κάθε περίπτωση, αν οι αντιδράσεις είναι κακώς προσαρμοσμένες και ανεπαρκείς ή αντίθετα, κατάλληλες και εποικοδομητικές. Με την προϋπόθεση, λοιπόν, ότι η ψυχική διαταραχή έχει πάντα και κοινωνικό χαρακτήρα, εφόσον η συμπεριφορά αντανακλάται στο κοινωνικό σύνολο και κατά μεγάλο μέρος εξαρτάται από τις συνθήκες του περιβάλλοντος, η ψυχική υ. προσπαθεί να βοηθήσει το άτομο στην ωρίμανση της προσωπικότητάς του στο μέγιστο των δυνατοτήτων του και κατά τον ενδεδειγμένο τρόπο. Η ψυχική υ. γνώρισε γόνιμη εξέλιξη με τις ψυχολογικές έρευνες και ιδιαίτερα την ψυχολογία της εξελικτικής ηλικίας, την ψυχοπαθολογία και την κοινωνική ψυχολογία. Η μελέτη της ψυχικής υγιεινής απασχολεί αναγκαστικά πολλούς επαγγελματικούς κλάδους: ο ψυχίατρος, ο ψυχολόγος, ο υγιεινολόγος, ο δάσκαλος, ο δικαστής, ο κοινωνικός λειτουργός, ο πολεοδόμος, με συνδυασμένη εργασία, αποσκοπούν στην πρόληψη ή τουλάχιστον στον περιορισμό οποιασδήποτε δυσκολίας προσαρμογής του ατόμου, που θα μπορούσε να έχει κακό αντίκτυπο στο κοινωνικό σύνολο. Υγιεινή. Ειδική εγκατάσταση για τον καθαρισμό του νερού σε υδραγωγείο με σύγχρονες προδιαγραφές.
* * *
η, Ν
1. ιατρ. α) κλάδος τής ιατρικής που μελετά τα κατάλληλα για τη διατήρηση τής υγείας ατομικά και ομαδικά μέτρα
β) το σύνολο τών αρχών και τών μεθόδων που εφαρμόζονται για τη διατήρηση τής υγείας
2. (ειδικά) η φροντίδα για την υγεία ορισμένων μελών τού σώματος («υγιεινή τού στόματος»)
3. φρ. α) «ατομική υγιεινή» — η φροντίδα για την ατομική καθαριότητα, τον τρόπο ένδυσης, τις συνθήκες διαβίωσης και κατοικίας, τη ρύθμιση τών σωματικών και ψυχικών δραστηριοτήτων καθώς και τις συνθήκες τού ύπνου, φροντίδα που αποσκοπεί στην προφύλαξη τής υγείας τού ατόμου
β) «δημόσια υγιεινή» — η πρακτική και η επιστήμη τής πρόληψης ασθενειών, παράτασης τής ζωής και ανύψωσης τής σωματικής και ψυχικής απόδοσης με την οργανωμένη προσπάθεια τού κοινωνικού συνόλου
γ) «ψυχική υγιεινή» — το σύνολο τών εκπαιδευτικών, προφυλακτικών ή ψυχοθεραπευτικών μέσων που λαμβάνονται για την πρόληψη τής εμφάνισης ψυχικών διαταραχών
δ) «βιομηχανική υγιεινή» — τα μέτρα που λαμβάνονται για την προφύλαξη τών εργαζομένων από τους διάφορους κινδύνους οι οποίοι προκύπτουν από την επαγγελματική τους δραστηριότητα
ε) «υγιεινή οδοντοστοματική» — το σύνολο τών προληπτικών και θεραπευτικών μέσων τα οποία λαμβάνονται κατά τις διάφορες περιόδους τού βίου με σκοπό την εξασφάλιση τής καλής εξέλιξης και συντήρησης τού οδοντοστοματικού συστήματος
στ) «σχολική υγιεινή» και «αθλητική υγιεινή» — επιστημονικοί κλάδοι που εξετάζουν τα υγειονομικά μέτρα τα οποία πρέπει να λαμβάνονται κατά τη σχολική περίοδο και την αθλητική αγωγή.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. τού θηλ. τού επιθ. υγιεινός. Η λ. μαρτυρείται από το 1847 στον Ιωάνν. Πύρλα].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • υγιεινή — η 1. κλάδος της ιατρικής που μελετά τα μέσα για τη διατήρηση της υγείας του ανθρώπου και τους τρόπους της εφαρμογής τους. 2. σύνολο κανόνων και συνηθειών που αποσκοπούν στο να διατηρούνται ανέπαφες οι φυσιολογικές λειτουργίες: Τρώει πολλά… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ὑγιεινῇ — ὑγιεινός good for the health fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑγιεινή — ὑγιεινός good for the health fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑγιεινῆι — ὑγιεινῇ , ὑγιεινός good for the health fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εργασία — Με τον όρο ε. εννοούμε κάθε ανθρώπινη ενέργεια που έχει σκοπό την παραγωγή αγαθών, υπηρεσιών ή πληροφοριών που χρειάζονται στους ίδιους τους ανθρώπους. Στην ιστορία του ανθρώπου η ε. εμφανίζεται ως κοινωνική ενέργεια, που προσφέρεται δηλαδή από… …   Dictionary of Greek

  • υγιεινός — ή, ό/ ὑγιεινός, ή, όν, ΝΜΑ 1. αυτός που συντελεί στη διατήρηση τής υγείας ενός οργανισμού (α. «υγιεινό κλίμα» β. «περί τε τῶν νοσηρῶν χωρίων καὶ τῶν ὑγιεινῶν», Ξεν.) 2. (για τροφή) θρεπτικός (α. «τα φρούτα είναι υγιεινή τροφή» β. «τῶν σιτίων τοῑς …   Dictionary of Greek

  • Παναγιωτάτου, Αγγελική — (1878 – 1954). Γιατρός και λογία από την Κεφαλονιά. Υπήρξε η πρώτη χρονολογικά φοιτήτρια του Πανεπιστημίου της Αθήνας. Ειδικεύτηκε στη μικροβιολογία και εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου εργάστηκε κυρίως ως μικροβιολόγος και… …   Dictionary of Greek

  • θηλασμός — Η πρώτη μορφή διατροφής των νεογνών του ανθρώπου και γενικότερα των θηλαστικών ζώων. Οι τρόποι και η διάρκεια του θ. ποικίλλουν ανάλογα με τα διάφορα είδη. Κατά τη διάρκεια της κύησης, ο μαστός ή μαζικός αδένας υφίσταται μεταβολές από την… …   Dictionary of Greek

  • Βέρας, Σόλων — (Σμύρνη 1887 – Αθήνα 1974).Γιατρός, καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Σπούδασε ιατρική στα πανεπιστήμια της Λιόν, της Λιλ και του Παρισιού. Εργάστηκε αρχικά ως γιατρός στο παιδιατρικό τμήμα του Γαλλικού Νοσοκομείου και στην… …   Dictionary of Greek

  • Βίνσεν, ουλίτιδα του- — Επώδυνη βακτηριακή λοίμωξη και εξέλκωση των ούλων, που συνήθως συνδέεται με κακή υγιεινή του στόματος. Συνδέεται με κακοσμία και προέρχεται πολλές φορές από συνήθειες, όπως το κάπνισμα, η κακή διατροφή και η ελλιπής υγιεινή. Είναι επίσης γνωστή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”